ΕΓΚΟΛΕΑΣΜΟΣ

Εγκολεασμός ονομάζεται η προώθηση ενός τμήματος εντέρου εντός του αυλού του περιφερικότερου εντέρου, που έχει ως αποτέλεσμα την απόφραξη αυτού.
Είναι συχνότερος στα αγόρια παρά τα κορίτσια, με αναλογία 3:2 και κυρίως στις ηλικίες 6-9 μηνών. Τα 2/3 των παιδιών είναι κάτω του έτους. Υπάρχει αυξημένη συχνότητα την άνοιξη και το καλοκαίρι λόγω ταυτόχρονης αύξησης των γαστρεντερίτιδων, αλλά και στο μέσο του χειμώνα, με τις συχνές ιογενείς προσβολές του αναπνευστικού.
Συνηθέστερα, ο εγκολεασμός ξεκινά από το κατώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου, δηλαδή τον ειλεό. Το τμήμα που εγκολεάζεται πρώτο παραμένει κατά τη διάρκεια της εξέλιξης σαν η κεφαλή του εγκολεασμού και ονομάζεται άλλαντας εγκολεασμού.
Ο εγκολεασμός διακρίνεται σε:
– ειλεο-ειλεϊκό (πιο σπάνιος)
– ειλεο-κολικό (πιο συχνός)
– ειλεο-τυφλικό
– κολο- κολικό (πιο συχνός στους ενήλικες
– χρόνιο (παρατηρείται στα μεγαλύτερα παιδιά που δεν έχουν πλήρη απόφραξη, σπάνιος στα βρέφη)
– διαλλείποντα (πρέπει να βάζει υποψία για προϋπάρχουσα νόσο, π.χ. απόφυση Meckel)
1. Ιδιοπαθής. Αφορά τον πιο συνηθισμένο τύπο και εκδηλώνεται στα βρέφη. Ρόλο παίζει η διόγκωση των πλακών του Payer στο αντιμεσεντέριο τοίχωμα του εντέρου, κατά τη διάρκεια γαστρεντερίτιδος, ίωσης αναπνευστικού κ.α., που παρασύρονται από τον αυξημένο περισταλτισμό του εντέρου και οδηγούν σε εγκολεασμό.
2. Μεκέλειος απόφυση. Συχνά η μεκέλειος απόφυση είναι ο άλλαντας εγκολεασμού σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας
3. Πολύποδες εντέρου Οι μισχωτοί πολύποδες μπορεί να παρασύρουν μαζί τους το τοίχωμα του εντέρου από όπου εξορμώνται κατά τη διάρκεια εντόνου περισταλτισμού και να προκαλέσουν εκγολεασμό σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας.
4. Αλλα οδηγά σημεία που προκαλούν εκγολεασμό. Ογκοι (λέμφωμα, λευχαιμία), εντερογενείς κύστεις, αιμαγγείωμα, διπλασιασμός εντέρου
5. Παθήσεις όπως η αναφυλακτοειδής κοιλιακή πορφύρα (νόσος Schoenlein-Henoch), διαταραχές πήξεως, ινοκυστική νόσος μετεγχειρητικά, μετά από χειρουργικές επεμβάσεις, τροπικές ασθένειες.
Η τυπική εικόνα είναι ένα παχουλό αγοράκι 4-12 μηνών το οποίο ξυπνά από τον ύπνο του με έντονο κλάμα, εμετό και στη συνέχεια κάνει μία φυσιολογική κένωση. Το παιδί συνέρχεται αμέσως, τρώει έως ότου, μετά από 10-15 λεπτά ένας νέος κωλικός εμφανιστεί. Το βρέφος μαζεύει το πόδια στην κοιλιά. Σε κάθε επεισόδιο κωλικού γίνεται ωχρό, παρουσιάζει εφίδρωση και τελικά νωθρότητα και αδυναμία. Οι έμετοι και ο πόνος επαναλαμβάνονται και τελικά από το ορθό, μετά από 8-18 ώρες από την έναρξη του εγκολεασμού, εξέρχονται κόπρανα με αίμα και βλέννα (σα μαρμελάδα φράουλα).
Η συχνότητα εμφάνισης των συμπτωμάτων είναι: πόνος 80%, έμετος 85% και κένωση με αίμα 53%. Αλλες φορές μπορεί να προηγηθεί διάρροια (10%), που να προκαλέσει σύγχυση και να απομακρύνει από τη σωστή διάγνωση ή να ακολουθήσουν σπασμοί, λόγω ηλεκτρολυτικών διαταραχών σε όψιμο στάδιο.
Από τα αντικειμενικά ευρήματα, ο χειρουργός μπορεί να ψηλαφήσει μάζα (τον άλλαντα του εγκολεασμού) στο 75% των περιπτώσεων, ή να διαπιστώσει ταχυσφυγμία (όψιμο σημείο).
Θα βασιστεί στο ιστορικό, τη φυσική εξέταση, τα εργαστηριακά ευρήματα (λευκοκυττάρωση, διαταραχή ηλεκτρολυτών) και τον ακτινολογικό έλεγχο.
– Η α/α κοιλίας αρχικά δε θα είναι διαγνωστική. Μπορεί όμως να υπάρχει απουσία αέρα στο ΔΕ κάτω τεταρτημόριο της κοιλιάς ή σε προχωρημένα στάδια εικόνα υδραερικών επιπέδων (εικόνα εντερικής απόφραξης)
– Στο U/S θα πάρουμε τις εξής τυπικές εικόνες ανάλογα με τον άξονα της λήψης. Εικόνα ψευδονεφρού (σε επιμήκη λήψη), εικόνα λουκουμά (σε εγκάρσια λήψη).
– Ο βαριούχος υποκλισμός (Β.Υ.) είναι όχι μόνο το ακριβέστερο διαγνωστικό μέσο, αλλά σε πάρα πολλές περιπτώσεις (40-80%) και θεραπευτικό.
Η αντιμετώπιση του εγκολεασμού γίνεται συντηρητικά και χειρουργικά.

Α). Συντηρητική αντιμετώπιση

Είναι ταυτόσιμη με την ανάταξη με βαριούχο υποκλισμό. Η μέθοδος χρησιμοποιείται από το 1920. Προσφάτως έχουν χρησιμοποιηθεί σαν μέσα ανάταξης, η εμφύσηση αέρα (στην Κίνα) ή η χρήση φυσιολογικού ορού αντί για Βάριο.
Αντενδείξεις αποτελούν η περιτονίτιδα και η βαρεία κλινική εικόνα του βρέφους.
Πριν από την εκτέλεση του Β.Υ. απαραιτήτως τοποθετείται ορός για ενυδάτωση και γίνεται λήψη αίματος για τον προσδιορισμό των ηλεκτρολυτικών διαταραχών.
Η μέθοδος διαρκεί 1/2 ώρα περίπου και είναι επιτυχής όταν διαπιστωθεί η δίοδος βαρίου σε μήκος 5-10 cm στο λεπτό έντερο. Αν η μέθοδος αποτύχει, το παιδί οδηγείται στο χειρουργείο.
Μετά την επιτυχή ανάταξη το παιδί πέφτει σε βαθύ ύπνο. Παραμένει για ένα εικοσιτετράωρο εντός του Νοσοκομείου για παρακολούθηση, αρχίζει να σιτίζεται και την επομένη εξέρχεται.

Β). Χειρουργική αντιμετώπιση

Κατά τη διάρκεια της επέμβασης γίνονται προσπάθειες επεγκολεασμού το εντέρου με χειρισμούς. Αν αυτοί αποτύχουν ή αν, παρά την επιτυχία, κρίνεται μη βιώσιμο το τμήμα του εντέρου που εγκολεάσθηκε, εκτελείται εντερεκτομή και τελικο τελική αναστόμωση. Συνήθως, γίνεται ταυτόχρονα και σκωληκοειδεκτομή.
Αποτελέσματα – Επιπλοκές
– Διάτρηση παρατηρείται σε ποσοστό 0-3%
– Υποτροπή εγκολεασμού 5-7%
– Συμφύσεις
– θάνατος (λιγότερο από 1%). Οφείλεται σε πολύ καθυστερημένη διάγνωση, μη επαρκή χορήγηση υγρών και αντιβιοτικών και υποτροπή εγκολεασμού.